Σύντομη Ιστορία της Πάτρας

Η πόλη της Πάτρας έχει σπουδαία και μακραίωνη ιστορία τεσσάρων χιλιάδων ετών. Η Πάτρα κατοικήθηκε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια και αποτέλεσε σημαντικό κέντρο της μυκηναϊκής εποχής. Στην αρχαιότητα υπήρξε πρωταγωνιστικό μέλος της Αχαϊκής Συμπολιτείας ενώ τη μεγαλύτερή της άνθηση γνώρισε στα Ρωμαϊκά χρόνια, οπότε και υπήρξε αυτοκρατορική αποικία. Στη Βυζαντινή εποχή παρέμεινε εμπορική πόλη. Γνώρισε αλλεπάλληλες κατακτήσεις από Λατίνους, Ενετούς, Φράγκους, Βυζαντινούς και Τούρκους. Ακόμη πρωτοστάτησε στην Ελληνική επανάσταση του 1821, η πρώτη σπίθα της οποίας στην Ελλάδα, άναψε στην Πάτρα. Στην Ελλάδα του 19ου αιώνα αποτελούσε τη δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της χώρας, το αδιαφιλονίκητο κέντρο της Πελοποννήσου, σπουδαίο εξαγωγικό λιμάνι και πεδίο ανάπτυξης της πρώτης ελληνικής αστικής τάξης. Στον 20ό αιώνα αναπτύχθηκε ως εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο και παρότι σε οικονομικό μέγεθος υποσκελίστηκε από την Αθήνα, παραμένει τρίτη πόλη της Ελλάδας και σημαντικότερος οικονομικός πόλος της Πελοποννήσου και της Δυτικής Ελλάδας.

Αρχαιότητα

 

Το Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας, το ωραιότερο στην Ελλάδα μετά το Ηρώδειο κατά τον περιηγητή Παυσανία

Eρείπια ρωμαϊκής οικίας

Προτομή του Αντίνοου, προστατευόμενου του Αδριανού, η οποία βρέθηκε στην Πάτρα (130-138 μ.Χ.). Εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών

Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης στην Πάτρα χρονολογούνται από την 3η χιλιετία π.Χ., στη σύγχρονη Αρόη. Κατά τη διάρκεια της Μέσης Ελλαδικής Περιόδου (το πρώτο μισό της 2ης χιλιετίας π.Χ.) ένας ακόμη οικισμός ιδρύθηκε στην περιοχή. Η Πάτρα άκμασε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της Υστεροελλαδικής ή Μυκηναϊκής περιόδου (1580–1100 π.Χ.). Η αρχαία Πάτρα σχηματίστηκε από τη συνένωση τριών Μυκηναϊκών πολιχνών, της Αρόης, της Άνθειας και της Μεσάτιδας. Η ίδρυση της Πάτρας χρονολογείται από τα προϊστορικά χρόνια, με τη μυθολογική εκδοχή να αναφέρει ότι ο Εύμηλος, έχοντας διδαχτεί από τον Τριπτόλεμο πώς να καλλιεργεί σιτάρι στο πλούσιο έδαφος της κοιλάδας του Γλαύκου ίδρυσε τρεις πολίχνες[1] , την Αρόη (αρχαία πόλη) (δηλαδή εύφορη), την Άνθεια (ανθισμένη) και τη Μεσάτιδα (που βρισκόταν στη μέση) που τις ένωνε η κοινή λατρεία της Τρικλαρίας Αρτέμιδος στο ιερό της,[2]στον ποταμό Μείλιχο.

Η Μυθολογία αναφέρει ακόμα ότι ύστερα από την κάθοδος των Δωριέων, μια ομάδα Αχαιών από τη Λακωνία, με αρχηγό τον Πατρέα ίδρυσαν μια αποικία. Οι Αχαιοί έχοντας ενισχύσει και επεκτείνει την Αρόη, την ονόμασαν Πάτραι,[3] ως αποκλειστική κατοικία των ηγεμόνων και αναγνωρίστηκε ως μια από τις δώδεκα Αχαϊκές πόλεις. Κατά τη διάρκεια της αρχαιότητας η Πάτρα παρέμενε μια αγροτική περιοχή αλλά στη Κλασσική περίοδο αποτέλεσε σημαντικό λιμάνι. Το 419 π.Χ. η πόλη, ύστερα από συμβουλή του Αλκιβιάδη συνδέθηκε με το λιμάνι της με μακρά τείχη μιμούμενη αυτά της Αθήνας.

Μετά το 280 π.Χ. και πριν τη Ρωμαϊκή κατοχή της Ελλάδας, η Πάτρα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ίδρυση της δεύτερης Αχαϊκής Συμπολιτείας μαζί με τις πόλεις Δύμη, Τρίτεια και Φαραί. Ως συνέπεια η πρωτοβουλία των πολιτικών κινήσεων στην Ελλάδα μεταφέρθηκε για πρώτη φορά στη δυτική Αχαΐα. Όμως ο στρατός της συμπολιτείας καταστράφηκε από τον Κόιντο Καικίλιο Μέτελο Μακεδονικό ύστερα από την ήττα των Αχαιών στη μάχη της Σκάρφειας το 146 π.Χ. και πολλοί από τους εναπομείναντες κατοίκους εγκατέλειψαν την πόλη, αλλά ύστερα από την ναυμαχία του Ακτίου ο Αύγουστος επανέφερε το αρχαίο όνομα Αρόη, ίδρυσε στρατιωτική αποικία βετεράνων από την δέκατη και δωδέκατη λεγεώνα (όχι ως συνήθως λέγεται την εικοστή δεύτερη) και παραχώρησε τα δικαιώματα των αποίκων στους κατοίκους των Ρυπών και της Δύμης και σε όλους τους Οζολούς Λοκρούς εκτός από εκείνους της Άμφισσας.

Η Ρωμαϊκή γέφυρα του Μειλίχου, όπως σώζεται σήμερα

Η Colonia Augusta Achaica Patrensis (CAAP) ή αποικία του Αυγούστου της Αχαϊκής Πάτρας έγινε μια από τις πιο πολυπληθείς πόλεις της Ελλάδας, η αποικιακή της νομισματοκοπία εκτείνεται από τον Αύγουστο ως τον Γορδιανό τον τρίτο. Δημιουργήθηκε κτηματολόγιο, δόθηκαν προνόμια, άνθισαν οι τέχνες, με πιο σημαντική αυτή των πήλινων λύχνων οι οποίοι εξάγονταν σε όλο σχεδόν τον κόσμο της εποχής, δημιουργήθηκαν δύο βιοτεχνικές ζώνες, οικοδομήθηκαν ναοί, διανοίχτηκαν δρόμοι που έκαναν την Πάτρα συγκοινωνιακό κέντρο, επιστρώθηκαν οι δρόμοι με πλάκες, εισήχθησαν ξένες θρησκείες. Η Πάτρα είχε γίνει τότε κοσμοπολίτικη πόλη. Αλλά στο τέλος του τρίτου αιώνα μ.Χ. έπεσε σε παρακμή, πιθανόν εξαιτίας ενός ισχυρού σεισμού που χτύπησε όλη την βόρεια Πελοπόννησο το 300 μ.Χ..

Βυζαντινή εποχή

Κατά τη διάρκεια των βυζαντινών χρόνων και με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Ανατολή η Πάτρα σταδιακά παρακμάζει, εντούτοις εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό λιμάνι καθώς επίσης και βιομηχανικό κέντρο. Το 551 καταστρέφεται από σεισμό. Το 807 ήταν σε θέση χωρίς εξωτερική βοήθεια να απωθήσει μια πολιορκία Αβάρων Σλάβων, αν και η νίκη αποδόθηκε στον Άγιο Ανδρέα, η εκκλησία του οποίου εμπλουτίστηκε από το αυτοκρατορικό μερίδιο λαφύρων, και ο Αρχιεπίσκοπος του οποίου έγινε ανώτερος των επισκόπων Μεθώνης, Λακεδαίμονος και Κορώνης. Εκτός αυτού, ένας από τους πιο μορφωμένους φιλοσόφους και θεολόγους της εποχής, ο Αρέθας γεννήθηκε στην Πάτρα, γύρω στο 860. Τον 9ο αιώνα υπάρχει ένα σημάδι ότι η πόλη ήταν ακμάζουσα: η χήρα Δανιηλίς από Πάτρα είχε συσσωρεύσει απέραντο πλούτο σε έγγεια ιδιοκτησία, στη βιομηχανία ταπήτων και κλωστοϋφαντουργίας και πρόσφερε κρίσιμη υποστήριξη στην άνοδο του Βασιλείου Α’ του Μακεδόνα στο βυζαντινό θρόνο.

Λατινοκρατία

Το 1204 η Πάτρα κατακτήθηκε από την τέταρτη σταυροφορία, και έγινε η έδρα του λατινικού δουκάτου της Αχαΐας μέσα στο πριγκιπάτο της Αχαΐας. Κατελήφθη το 1205 από τον Γουλιέλμο Σαμπλίτη και τον Γοδεφρείδο Α’ τον Βιλλαρδουίνο, η πόλη έγινε πρωτεύουσα και ο αρχιεπίσκοπός της προκαθήμενος του πριγκηπάτου της Αχαΐας. Το 1387 ο Jean Fernandez de Heredia, μεγάλος μάγιστρος των ιπποτών της Ρόδου, προσπάθησε να καταστεί κύριος της Αχαΐας και πήρε την Πάτρα με έφοδο. Το 1408, η πόλη έγινε ενετική. Στον τέλος του 15ου αιώνα η πόλη κυβερνήθηκε από το λατίνο αρχιεπίσκοπο στο όνομα του πάπα, το 1428 οι κοινοί δεσπότες του Μοριά, Κωνσταντίνος και Θεόδωρος, γιοι του αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου κατόρθωσαν να την πάρουν στην κατοχή για έναν χρόνο. Καταλήφθηκε πάλι από το Δεσποτάτο του Μορέως το 1430, το οποίο αμφισβητήθηκε αμέσως από την οθωμανική αυτοκρατορία.

Τουρκοκρατία

Το 1458 η Πάτρα κατακτήθηκε από τον σουλτάνο Μωάμεθ Β’. Κάτω από την Οθωμανική κυριαρχία η πόλη λεγόταν Παλαιαί Πάτραι. Αν και ο Μωάμεθ έδωσε στην πόλη ειδικά προνόμια και μειώσεις φόρων, δεν έγινε σπουδαίο κέντρο εμπορίου. Η Βενετία και η Γένοβα επιτέθηκαν και κατέλαβαν την Πάτρα πολλές φορές κατά τη διάρκεια του 15ου και 16ου αιώνα αλλά ποτέ δεν εδραίωσαν την κυριαρχία τους αποτελεσματικά[4].

Το Βιλαέτι της Πάτρας

Η Πάτρα κατά την πρώτη και δεύτερη Τουρκοκρατία αποτέλεσε ξεχωριστό Βιλαέτι (επαρχία) όπως και επί Ενετοκρατίας αφού οι Ενετοί κράτησαν την ίδια διοικητική διαίρεση με του Τούρκους αλλά ονομάζοντας τα Territirii . Τα όρια του ήταν Ανατολικά ο ποταμός Φοίνικας από τις εκβολές μέχρι τις πηγές του, περιλαμβάνοντας την Αραβωνίτσα και τα Δουκανέικα. Από τις πηγές του Φοίνικα ανέβαιναν στο Παναχαϊκό δίπλα στη Γουρζούμισα , αφήνοντας την όμως απέξω, ακολούθως στα Δεμέστιχα και πέρναγε στον Ερύμανθο και από εκεί κατέβαινε στην Τριταία την οποία συμπεριελάμβανε σχεδόν ολόκληρη, εκτός το Γερμοτσάνη, μετά περνούσε μέσα στον σημερινό νομό Ηλείας συμπεριλαμβάνοντας κάποια χωριά , και κατέληγε στον ποταμό Λάρισσο στα σημερινά σύνορα των νομών. Μετά την απελευθέρωση η επαρχία Πατρών είχε σχεδόν τα ίδια όρια πιο διευρυμένα. Την δεύτερη Τουρκοκρατία η Πάτρα και όσες πόλεις αντιστάθηκαν γνώρισαν σφαγές και ανδραποδισμούς , παρόλα αυτά η πόλη αναφέρεται στις τρεις μεγαλύτερες της Πελοποννήσου μαζί με το Ναύπλιο και Μυστρά με πάνω από 10.000 κατοίκους. Η Πάτρα επίσης ήταν η έδρα όλων των προξένων των ξένων χωρών. Από τις ελληνικές οικογένειες της Πάτρας που επιρροή τους έφτανε σε όλη την επαρχία, στην Πάτρα κατά την πρώτη Τουρκοκρατία ήταν η οικογένεια Πώλου και κατά την δεύτερη η Οικογένεια Κανακάρη. [5]

 

Ναυμαχία της Ναυπάκτου

Στις 7 Οκτωβρίου 1571 ο Οθωμανικός στόλος αφενός και ο στόλος της χριστιανικής Ιερής Συμμαχίας αφετέρου, συγκρούστηκαν στον Πατραϊκό Κόλπο στην ναυμαχία της Ναυπάκτου. Οι Οθωμανοί ηττήθηκαν αλλά η Ιερή Συμμαχία δεν κατέλαβε την πόλη της Πάτρας. Τα νέα της Οθωμανικής ήττας έγιναν δεκτά με ενθουσιασμό στην Πάτρα αλλά μία εξέγερση που οργανώθηκε από πέντε δημογέροντες της πόλης και τον μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανό Α’ (1561-1572) καταπνίγηκε και οι υποκινητές της εκτελέστηκαν[7]. Η Βενετία κατέλαβε την Πάτρα το 1687 κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Τουρκικού Πολέμου και την έκανε έδρα ενός από τα επτά φορολογικά διαμερίσματα στα οποία διαίρεσε τον Μοριά. Το 1714 έπεσε ξανά μαζί με τον υπόλοιπο Μοριά στα χέρια των Τούρκων.

Γενικά , η πρώτη Τουρκοκρατία (14601687) ήταν περίοδος εξαθλίωσης αλλά από το 1715 και εξής σημειώθηκε ανάκαμψη του εμπορίου και έτσι τον 18ο αιώνα η Πάτρα ευημερούσε οικονομικά, με βάση την γεωργία και το εμπόριο.

Ελληνική Επανάσταση 1821

Το φρούριο της Πάτρας, τόπος συγκρούσεων κατά την επανάσταση του 1821

Η Πάτρα έπαιξε κρίσιμο ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 εναντίον των Οθωμανών (1821-29). Ήταν η πρώτη επαναστατική εστία μαζί με την υπόλοιπη Αχαΐα και τη Μάνη. Την εποχή εκείνη η Πάτρα ήταν η μεγαλύτερη και πιο ευημερούσα πόλη της Πελοποννήσου. Μια ευρεία πλειοψηφία 2/3 από τις 18.000 του πληθυσμού της πόλης ήταν Έλληνες και ένας μικρός αριθμός από αυτούς καταπιανόταν με το εμπόριο, αποτελώντας τους προδρόμους της αστικής τάξης. Επιπλέον εξαιτίας της οικονομικής σημασίας της πόλης, ορισμένοι πλούσιοι Πατρινοί έμποροι είχαν οριστεί πρόξενοι των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κρατών. Ο πρόξενος της Ρωσίας Βλασσόπουλος ήταν επίσης μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Η ατμόσφαιρα στην Πάτρα ήταν εκρηκτική ήδη από τα μέσα Φεβρουαρίου του 1821 όταν οι Πατρινοί αρνήθηκαν να καταβάλουν έκτακτες εισφορές για τον εξοπλισμό και τα πολεοφόδια του Οθωμανικού στρατού που πολεμούσε εναντίον του Αλή Πασά. Την ίδια περίοδο μέλη της Φιλικής Εταιρίας προετοίμαζαν το έδαφος για την επανάσταση στην Πάτρα, συγκεντρώνοντας πυρομαχικά, χρήματα και εξοπλισμό για τον αγώνα τους. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κρυβόταν στην Πάτρα και ο Μακρυγιάννης έφτασε εκεί με σκοπό να φέρει σε επαφή τους ηγέτες των επερχόμενων εξεγέρσεων και να συντονίσει την επαναστατική προσπάθεια. Οι Τούρκοι, που αντιμετώπισαν αυτές τις κινήσεις με καχυποψία μετέφεραν τα υπάρχοντά τους στο φρούριο στις 28 Φεβρουαρίου και τις οικογένειές τους στις 18 Μαρτίου και οχυρώθηκαν εκεί. Στις 23 Μαρτίου οι Τούρκοι εκτόξευσαν επιθέσεις εναντίον της πόλης και προσπάθησαν να βάλουν φωτιά σε συγκεκριμένα σπίτια, πράγμα που είχε ως συνέπεια την καταστροφή ορισμένων συνοικιών, ενώ οι επαναστάτες με αρχηγό τον αγωνιστή Καρατζά αντεπιτέθηκαν και έκλεισαν τους Τούρκους στο κάστρο[8]. Ο Μακρυγιάννης αναφέρεται στα γεγονότα αυτά στα απομνημονεύματά του:
Σε δυο ημέρες χτύπησε ντουφέκι ’στην Πάτρα. Οι Tούρκοι κάμαν κατά το κάστρο και οι Ρωμαίγοι την θάλασσα.[9]


Την 25η Μαρτίου οι επαναστάτες κήρυξαν την Επανάσταση στην πλατεία Αγίου Γεωργίου της Πάτρας. Επομένως η επίσημη έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης θεωρείται ότι έγινε στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα στις 25 Μαρτίου 1821. Ο ορθόδοξος μητροπολίτης και μέλος της Φιλικής Εταιρίας Παλαιών Πατρών Γερμανός Γ΄, που απουσίαζε από την Πάτρα, επέστρεψε στην πόλη και ευλόγησε τον αγώνα. Την επόμενη μέρα οι ηγέτες της επανάστασης στην Αχαΐα έστειλαν στις ξένες δυνάμεις ένα έγγραφο που εξηγούσε τους λόγους της Επανάστασης. Όμως μια τουρκική δύναμη 300 στρατιωτών, κυρίως ιππικό, με διοικητή τον Γιουσούφ Πασά, που κατευθυνόταν από τα Ιωάννινα στην Εύβοια, άλλαξε πορεία και αποβιβάστηκε στην Πάτρα στις 3 Απριλίου. Οι ενισχύσεις συνέδραμαν τους Τούρκους του κάστρου, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την πόλη. Οι πρόξενοι των ξένων δυνάμεων που ήταν ευμενείς προς τους εξεγερμένους, ιδίως αυτοί της Σουηδίας, Πρωσίας και Ρωσίας και ο Γάλλος πρόξενος Πουκεβίλ, που είχαν προσφέρει καταφύγιο στους επαναστάτες εγκατέλειψαν την πόλη. Ο Άγγλος πρόξενος Green που τήρησε ουδέτερη στάση αρνούμενος να δεχτεί Έλληνες στο προξενείο του και ο Γάλλος πρόξενος Πουκεβίλ στις αφηγήσεις τους περιγράφουν τα γεγονότα και την έκταση της καταστροφής ως τρομακτική. Το άτακτο και άοπλο επαναστατημένο πλήθος δεν μπορούσε να προτάξει σοβαρή αντίσταση. Μια πιθανή εξαίρεση ήταν ο Καρατζάς, ένας ντόπιος τσαγκάρης ο οποίος με τους άντρες του απέτρεψε τουρκικές επιθέσεις στα γύρω χωριά. Τελικά οι Τούρκοι οχυρωμένοι στο φρούριο κράτησαν ως το 1828[10].

Σύγχρονη εποχή

Μια όψη της σύγχρονης Πάτρας του 21ου αιώνα, η Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου

Η Πάτρα απελευθερώθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1828 από το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα στην Πελοπόννησο με διοικητή τον στρατηγό Μαιζών. Το 1829 ο τότε κυβερνήτης της Ελλάδας, Ιωάννης Καποδίστριας υιοθέτησε ένα πολύ φιλόδοξο πολεοδομικό σχέδιο –για την πόλη που ήταν ακόμα σε ερείπια- το οποίο συνέταξε ο μηχανικός του γαλλικού στρατού Σταμάτης Βούλγαρης. Το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα και τότε μόνο ύστερα από μεγάλες προσαρμογές ώστε να ανταποκρίνεται στα συμφέροντα των ισχυρών κτηματιών. Η Πάτρα αναπτύχθηκε ως το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Ελλάδας μετά την Αθήνα στα τέλη του 19ου αιώνα. [11]

Η πόλη επωφελήθηκε από το ρόλο της ως το κύριο εξαγωγικό λιμάνι για την αγροτική παραγωγή της Πελοποννήσου[12]. Ήταν το κυριότερο κέντρο οργάνωσης της παραγωγής της σταφίδας, προσφέροντας αποθηκευτικές, τραπεζικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες. Όμως αυτή η πρώιμη περίοδος ευημερίας ήταν σύντομη, καθώς η ολοκλήρωση της διώρυγας της Κορίνθου το 1893 αμφισβήτησε την πρωτοκαθεδρία του λιμανιού της. Εκτός αυτού, το 1894 οι τιμές εξαγωγής της σταφίδας στις διεθνείς αγορές άρχισαν να κατρακυλούν, εξαιτίας της υπερπαραγωγής και των διεθνών συνθηκών, πράγμα το οποίο προκάλεσε μια μακροχρόνια κρίση με βαθιές οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις, η οποία έγινε γνωστή ως η μεγάλη σταφιδική κρίση [13]. Το εμπόριο με τη Δυτική Ευρώπη κυρίως τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία συνέβαλε ουσιαστικά στην διαμόρφωση της ταυτότητας της πόλης ως σπουδαίου λιμανιού και κοσμοπολίτικου αστικού κέντρου στην Ελλάδα των αρχών του 20ου αιώνα.

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Πάτρα αναπτύχθηκε γοργά και αποτέλεσε την πρώτη ελληνική πόλη που εισήγαγε δημόσιο ηλεκτροφωτισμό και ηλεκτροκίνητους τροχιόδρομους[14]. Η πολεμική προσπάθεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου καθήλωσε την ανάπτυξη της πόλης και επίσης δηιούργησε άναρχη εξάπλωση με την εισροή προσφύγων από την Μικρά Ασία. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Πάτρα αποτέλεσε κύριο στόχο των Ιταλικών αεροπορικών βομβαρδισμών. Κατά τη διάρκεια της κατοχής από τις δυνάμεις του Άξονα, εγκαταστάθηκε γερμανική στρατιωτική διοίκηση και ιταλικά στρατεύματα στάθμευαν στην πόλη. Στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στα γειτονικά Καλάβρυτα τα γερμανικά στρατεύματα εκτέλεσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό και κατέκαψαν την πόλη. Μετά την απελευθέρωση η πόλη αναπτύχθηκε γρήγορα για να ανακάμψει, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες η σημασία της επισκιάστηκε από το αστικό συγκρότημα της Αθήνας.

 

Αναφορές 

 

1.     «Πατρέων δ ο τ ρχαιότατα μνημονεύοντές φασιν Εμηλον ατόχθονα οκσαι πρτον ν τ χώρ, βασιλεύοντα ατν νθρώπων ο πολλν. Τριπτολέμου δ κ τς ττικς φικομένου τόν τε καρπν λαμβάνει τν μερον κα οκίσαι διδαχθες πόλιν ρόην νόμασεν π τ ργασί τς γς. [3] ς δ πρς πνον τράπετο Τριπτόλεμος, νταθα νθείαν παδα Εμήλου τος δράκοντάς φασιν π το Τριπτολέμου τ ρμα ζεύξαντα θελσαι κα ατν σπεραι: κα τν μν πιλαμβάνει τ χρεν κπεσόντα το ρματος, Τριπτόλεμος δ κα Εμηλος νθειαν πόλιν οκίζουσιν ν κοιν, το Εμήλου παιδς πώνυμον. [4] κίσθη δ κα τρίτη μεταξ νθείας κα ρόης Μεσάτις πόλις» [Παυσανία, Αχαϊκά

2.     Πατρεσι δ ν κρ τ πόλει Λαφρίας ερόν στιν ρτέμιδος: ξενικν μν τ θε τ νομα, σηγμένον δ τέρωθεν κα τ γαλμα. Καλυδνος γρ κα Ατωλίας τς λλης π Αγούστου βασιλέως ρημωθείσης δι τν] ς Νικόπολιν τν πρ το κτίου συνοικίζεσθαι κα τ Ατωλικόν, οτω τ γαλμα τς Λαφρίας ο Πατρες σχονΠαυσανία, Αχαικά

3.     «π τούτου. Πατρε τ Πρευγένους κτίζοντι ν χαί πόλιν, ντινα Πάτρας κα ς μς καλοσιν π το Πατρέως τούτου, συνεπελάβοντο Λακεδαιμόνιοι το οκισμοΠαυσανίας, Λακωνικά, κεφάλαιο Β΄

4.     Encyclopaedia of Islam s.v. Baliabadra

5.     Η Πελοπόννησος κατά την δεύτερην Τουρκοκρατίαν (1715-1821), Μιχαήλ Β. Σακελλαρίου, Αθήνα 1939, επανέκδοση 2000

6.     Η Πελοπόννησος κατά την δεύτερην Τουρκοκρατίαν (1715-1821), Μιχαήλ Β. Σακελλαρίου, Αθήνα 1939, επανέκδοση 2000

7.     Χασιώτης, Ιωάννης «Επαναστατικές προσπάθειες στον ελληνικό χώρο μετά τη ναυμαχία», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος. 10, σελ. 320-321, Αθήνα 1974

8.     Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829). τόμ. 5. Οι προϋποθέσεις και οι βάσεις της Επανάστασης (1813-1829). Θεσσαλονίκη 1980 σελ. 325-335

9.     Στρατηγού Μακρυγιάννη, «Απομνημονεύματα», Βιβλίο A, Κεφάλαιο I, Αθήνα, 1849, http://www.snhell.gr/testimonies/writer.asp?id=102

10.                        Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829). τόμ. 5. Οι προϋποθέσεις και οι βάσεις της Επανάστασης (1813-1829). Θεσσαλονίκη 1980 σελ. 346-349

11.                        Τριανταφύλλου, Κ.Ν., Ιστορικό Λεξικόν των Πατρών

12.                        Κουνενάκη Πέγκυ, «Η Πάτρα του 19ου αιώνα: πως ο χαρακτήρας της πόλης άλλαξε με την ανάπτυξη του λιμανιού μετά το 1828» Η Καθημερινή 14-10-01 http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_491371_14/10/2001_3252

13.                        Nasi Balta, » Ο πολιτισμός της σταφίδας Η σταφιδοκαλλιέργεια στην Πελοπόννησο του 19ου αιώνα, η οικονομική κρίση και η εξέγερση των καλλιεργητών. Το πολιτικό, πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο. » Το Βήμα 06/02/2000 σελ. S03 http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=12838&m=S03&aa=1

14.                       

Θωμόπουλος, Στ.N, Ιστορία της πόλεως των Πατρών από αρχαιοτάτων χρόνων ως το 1821, Πάτραι 1952, (επιμέλεια, Τριανταφύλλου K.N.)

 

 

 

 

 

 

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

 

 

 

 

Σχολιάστε